Τις αλλαγές στον τρόπο αλλά και το ποσό της σύνταξης που λαμβάνει ο επιζών σύζυγος, μετά το θάνατο ασφαλισμένου στο δημόσιο, από τον Ιούλιο του 2010 και εφεξής, προβλέπει η εγκύκλιος που εξέδωσε το υπουργείο Οικονομικών. Με την ίδια εγκύκλιο, δίδονται οδηγίες για την εφαρμογή του πρόσφατου ασφαλιστικού νόμου που αφορά στους δημοσίους υπαλλήλους και συγκεκριμένα για θέματα συνταξιοδότησης επιζώντων συζύγων, απασχόλησης συνταξιούχων και συνταξιοδότησης αιρετών οργάνων.
Για τις συντάξεις των επιζώντων συζύγων, ξεκαθαρίζεται πως:
α) Από 21-07-2010 και μετά, επιμηκύνεται ο χρόνος διάρκειας του έγγαμου βίου που λαμβάνεται υπόψη ως κριτήριο προκειμένου να δικαιωθεί σύνταξη ο επιζών σύζυγος, σε περίπτωση θανάτου συνταξιούχου του Δημοσίου, γενικά, ή υπαλλήλου που υπάγεται στο συνταξιοδοτικό καθεστώς του Δημοσίου καθώς και εν ενεργεία στρατιωτικού.
Ειδικότερα, ο επιζών σύζυγος δικαιούται σύνταξη:
i) Εάν ο γάμος τελέστηκε πριν τη συνταξιοδότηση του θανόντος, εφόσον ο θάνατος επήλθε μετά την πάροδο τριών ετών από την τέλεση του γάμου και
ii) Εάν ο γάμος τελέστηκε μετά τη συνταξιοδότηση του θανόντος, εφόσον ο θάνατος επήλθε μετά την πάροδο πέντε ετών από την τέλεσή του.
β) Οι διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου που προβλέπουν τη συνταξιοδότηση των επιζώντων συζύγων ανεξάρτητα από τη διάρκεια του έγγαμου βίου, εξακολουθούν να ισχύουν.
γ) Κατά τα λοιπά, για τη συνταξιοδότηση των επιζώντων συζύγων, εξακολουθούν να ισχύουν οι όροι και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις των π.δ. 167/2007, 168/2007 και 169/2007 καθώς και του ν. 2084/92, κατά περίπτωση.
Επεκτείνονται και στους συνταξιούχους του Δημοσίου οι διατάξεις βάσει των οποίων προβλέπεται ότι, η κατά μεταβίβαση σύνταξη του επιζώντος συζύγου, καταβάλλεται σε αυτόν χωρίς περιορισμούς, για μία τριετία από την πρώτη του επομένου του θανάτου μήνα ή από την επομένη της λήξης των τριμήνων αποδοχών, κατά περίπτωση.
Μετά την πάροδο της τριετίας, εφόσον ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει και άλλη σύνταξη από φορέα κοινωνικής ασφάλισης, η κατά μεταβίβαση σύνταξή του καταβάλλεται μειωμένη κατά 50% μέχρι τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του. Μετά τη συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας του, η κατά μεταβίβαση σύνταξή του καταβάλλεται μειωμένη κατά 30%.
Από τους ανωτέρω περιορισμούς εξαιρούνται όσοι επιζώντες σύζυγοι:
i) Έχουν αναπηρία 67% και άνω.
ii) Λαμβάνουν και εξ’ ιδίου δικαιώματος σύνταξη από το Δημόσιο για τους οποίους εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις που προβλέπουν την κατόπιν επιλογής, καταβολή της μίας εκ των δύο συντάξεων μειωμένης κατά 75%.
iii) Λαμβάνουν πολεμική σύνταξη ή σύνταξη παθόντος στην υπηρεσία λόγω αυξημένου κινδύνου ή λόγω τρομοκρατικής ενέργειας.
iv) Απασχολούνται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Εάν στη σύνταξη του επιζώντος συζύγου η οποία μειώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω, συμμετέχουν ανάπηρα ή ανήλικα τέκνα ή τέκνα που σπουδάζουν, ο επιζών σύζυγος μπορεί να ζητήσει την αναστολή καταβολής του μεριδίου του, οπότε αυτό επιμερίζεται στα τέκνα σε ίσα μέρη.
Οι παραπάνω ρυθμίσεις έχουν εφαρμογή για τις περιπτώσεις που ο θάνατος του υπαλλήλου ή του συνταξιούχου επέλθει μετά τις 21-7-2010, ενώ δεν επέρχεται καμία μεταβολή στις περιπτώσεις που ο θάνατος επήλθε πριν από την ημερομηνία αυτή.
Περιορισμοί στις συντάξεις των εξ’ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχων του Δημοσίου, που αναλαμβάνουν εργασία ως μισθωτοί εκτός του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή αυτοαπασχολούνται :
Επεκτείνεται και στους εξ’ ιδίου δικαιώματος συνταξιούχους του Δημοσίου περιορισμοί που αφορούν στην καταβολή της κύριας σύνταξης, στις περιπτώσεις που οι συνταξιούχοι αναλαμβάνουν εργασία ως μισθωτοί ή αυτοαπασχολούνται. Ως αυτοαπασχολούμενος θεωρείται αυτός που ασκεί δραστηριότητα υπακτέα στην ασφάλιση του Οργανισμού Ασφάλισης Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) ή του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων (Ε.Τ.Α.Α.) καθώς και αυτός που με βάση τον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων υποχρεούται σε τήρηση βιβλίων και έκδοση στοιχείων.
Ειδικότερα:
Για τους συνταξιούχους του Δημοσίου που εργάζονται ως μισθωτοί ή αυτοαπασχολούνται, προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης η των συντάξεων που λαμβάνουν από οποιαδήποτε πηγή, μέχρι τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας τους.
Για τους στρατιωτικούς συνταξιούχους η αναστολή καταβολής της σύνταξης ισχύει μέχρι τη συμπλήρωση του 53ου έτους της ηλικίας τους.
Μετά τη συμπλήρωση του 53ου ή του 55ου έτους της ηλικίας, κατά περίπτωση, τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν το ποσό της μηνιαίας ακαθάριστης κύριας ή του αθροίσματος των ακαθάριστων κύριων συντάξεων που αντιστοιχεί σε τριάντα ημερομίσθια του άγαμου ανειδίκευτου εργάτη, όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί την 31η Δεκεμβρίου του προηγούμενου έτους (σήμερα 991,20 ευρώ), ενώ το ποσό της μηνιαίας ακαθάριστης κύριας ή του αθροίσματος των ακαθάριστων κυρίων συντάξεων που υπερβαίνει τα τριάντα ημερομίσθια του άγαμου ανειδίκευτου εργάτη καταβάλλεται μειωμένο κατά 70%.
Για τον προσδιορισμό του ανωτέρω εισοδηματικού κριτηρίου δεν λαμβάνεται υπόψη η επικουρική ή οι επικουρικές συντάξεις καθώς και το τυχόν καταβαλλόμενο με τη σύνταξη επίδομα οικογενειακών βαρών.
Το ανωτέρω όριο των τριάντα ημερομισθίων του άγαμου ανειδίκευτου εργάτη προσαυξάνεται κατά έξι ημερομίσθια (σήμερα 198,24 ευρώ), για κάθε ανήλικο ή ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία παιδί ή παιδί που σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές ή Ι.Ε.Κ. και μέχρι να τελειώσει τις σπουδές του, σύμφωνα με τα έτη φοίτησης που προβλέπει ο Οργανισμός της κάθε Σχολής ή του κάθε Ι.Ε.Κ., κατά περίπτωση και για ένα ακόμα έτος εφόσον συνεχίζεται η φοίτηση και πάντως όχι πέρα από τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας του, προκειμένου για φοίτηση σε ανώτερες ή ανώτατες Σχολές και του 22ου έτους της ηλικίας του προκειμένου για φοίτηση σε Ι.Ε.Κ.
Στις περιπτώσεις που προκύπτει περικοπή της κύριας σύνταξης και ο συνταξιούχος λαμβάνει περισσότερες της μίας κύριες συντάξεις, η περικοπή θα γίνεται στο ποσό της μεγαλύτερης κύριας σύνταξης, και εάν δεν επαρκεί, στην αμέσως επόμενη σε ύψος κύρια σύνταξη.
Στις περιπτώσεις δικαιούχου κατωτάτου ορίου κύριας σύνταξης, η σύνταξη περιορίζεται στο οργανικό ποσό, για όσο διάστημα διαρκεί η εργασία. Επί συρροής δύο ή περισσοτέρων κατωτάτου ορίου κύριων συντάξεων, η κάθε μία σύνταξη περιορίζεται στο οργανικό και εφόσον το άθροισμα των οργανικών ποσών υπερβαίνει τα προαναφερόμενα, κατά περίπτωση, ημερομίσθια του άγαμου ανειδίκευτου εργάτη, τότε τα ποσά αυτά περικόπτονται αναλόγως, σύμφωνα με τ’ ανωτέρω.
Από τους ανωτέρω περιορισμούς εξαιρούνται:
i. Όσοι απασχολούνται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα
ii. Τα αιρετά όργανα Ο.Τ.Α., διοικητές, υποδιοικητές, πρόεδροι, αντιπρόεδροι, μέλη συλλογικών οργάνων διοίκησης Ν.Π.Δ.Δ., πρόεδροι, αντιπρόεδροι και μέλη ανεξάρτητων διοικητικών αρχών, πρόεδροι, αντιπρόεδροι, διευθύνοντες σύμβουλοι και τα μέλη διοικητικών συμβουλίων, κ.λ.π.), για τα οποία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 3865/2010.
iii. Όσοι απασχολούνται με μειωμένο ωράριο εργασίας και μέχρι 10 ώρες την εβδομάδα.
iv. Όσοι αυτασφαλίζονται καθώς και όσοι ασφαλίζονται υποχρεωτικά, λόγω της ιδιότητάς τους, σε ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης χωρίς να ασκούν επάγγελμα. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να προσκομιστεί στην αρμόδια Διεύθυνση Συντάξεων του Γ.Λ.Κ. βεβαίωση του οικείου φορέα από την οποία να προκύπτει η αυτασφάλιση ή η υποχρεωτική ασφάλιση καθώς και σχετική υπεύθυνη δήλωση των ενδιαφερομένων.
Παραδείγματα:
i. Συνταξιούχος άνω των 55 ετών, που εργάζεται ως μισθωτός στον ιδιωτικό τομέα ή αυτοαπασχολείται, λαμβάνει ακαθάριστη κύρια σύνταξη ποσού 1.500?.
Το ποσό της ανωτέρω σύνταξης θα περικοπεί κατά 356,16? δηλ: το 70% του ποσού των 508,80? που υπερβαίνει τα τριάντα ημερομίσθια του άγαμου ανειδίκευτου εργάτη (991,20?) και θα διαμορφωθεί στο ποσό των 1.143,84?.
ii. Εάν ο ανωτέρω συνταξιούχος έχει και δύο παιδιά που είναι ανήλικα ή ανάπηρα ή σπουδάζουν, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, το ποσό της σύνταξής του που θα περικοπεί ανέρχεται σε 78,62?, αφού τα τριάντα ημερομίσθια του άγαμου ανειδίκευτου εργάτη θα προσαυξηθούν κατά έξι ημερομίσθια για κάθε παιδί (991,20?+396,48?). Το ποσό της καταβαλλόμενης σύνταξης στην περίπτωση αυτή θα διαμορφωθεί σε 1.421,38?.
Οι συνταξιούχοι που εργάζονται ως μισθωτοί ή αυτοαπασχολούνται οφείλουν να το δηλώσουν στις αρμόδιες Διευθύνσεις Συντάξεων του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Σε περίπτωση που ο απασχολούμενος συνταξιούχος δεν δηλώσει ότι εργάζεται ή αυτοαπασχολείται, γίνεται καταλογισμός του ποσού των συντάξεων που έλαβε κατά το διάστημα που εργάστηκε ή αυτοαπασχολήθηκε και επιβάλλεται πρόστιμο επί του καταλογισθέντος ποσού ίσο με το νόμιμο τόκο υπερημερίας.
Και αυτές οι διατάξεις, έχουν εφαρμογή για τους συνταξιούχους που θα αναλάβουν εργασία εκτός του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή θα αυτοαπασχοληθούν από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου, δηλαδή τις 21-7-2010 και εφεξής. Για τους συνταξιούχους που είχαν ήδη αναλάβει εργασία εκτός του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή αυτοαπασχολούνταν μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία, οι διατάξεις τ εφαρμόζονται από 1/1/2013 και μετά.